διφθέραι σταδιαῖαι τοῖς μεγέθεσιν → hides a stade in size, hides fastened together so as to cover a place an entire stadium in extent
Full diacritics: ὀρφίσκος | Medium diacritics: ὀρφίσκος | Low diacritics: ορφίσκος | Capitals: ΟΡΦΙΣΚΟΣ |
Transliteration A: orphískos | Transliteration B: orphiskos | Transliteration C: orfiskos | Beta Code: o)rfi/skos |
ὁ, = κίχλη ΙΙ, Pancrat. ap. Ath.7.305d.
[Seite 389] (eigtl. = Vorigem), ὁ, = κίχλη 2), Pancrat. bei Ath. VII, 305 d.
ὀρφίσκος: ὁ, = κίχλη ΙΙ, Παγκράτης παρ’ Ἀθην. 305D.
ὀρφίσκος, ὁ (Α) ορφός
είδος θαλάσσιου ψαριού, η κίχλη.