ἀριστερομάχος
From LSJ
τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud
English (LSJ)
[ᾰρ] [μᾰ], ον, fighting left-handed, Herm. ap. Stob. 1.49.45.
Spanish (DGE)
-ον
que combate con la mano izquierda de los hombres occidentales Corp.Herm.Fr.24.12.
German (Pape)
[Seite 351] mit der Linken streitend, Stob. ecl. phys. 992.
Greek (Liddell-Scott)
ἀριστερομάχος: -ον, ὁ τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ μαχόμενος, Ἑρμ. ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 992.