ἄοψ
From LSJ
Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit
English (LSJ)
οπος, ὁ, ἡ, without eyes, Hsch.
Spanish (DGE)
-οπος que no tiene ojos Hsch.
German (Pape)
[Seite 273] οπος, = ἄοπος, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
ἂοψ: -οπος, ὁ, ἡ, ἂνευ ὂψεος, τυφλός, «ἀνόφθαλμος», Ἡσύχ.