πρίνος

From LSJ
Revision as of 14:45, 6 February 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα → turn half of my property into silver

Source

Greek Monolingual

ο, η / πρῖνος, ΝΜΑ
είδος αειθαλούς δέντρου, γνωστό με τη σύγχρονη επιστημονική ονομασία Quersus coccifera και με τη λόγια ονομασία δρυς η κοκκοφόρος, κν. γνωστό σήμερα ως πουρνάρι
αρχ.
είδος αειθαλούς δέντρου, η αριά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία άποψη, πρόκειται για λ. μικρασιατικής προέλευσης (πρβλ. το τοπωνύμιο Πρινασσός). Η άποψη ότι η λ. ανήκει στο πελασγικό υπόστρωμα όπως και η σύνδεσή της με το σλαβ. brinz «είδος δέντρου» δεν θεωρούνται πιθανές].