Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
Full diacritics: σᾰβαῖ | Medium diacritics: σαβαῖ | Low diacritics: σαβαί | Capitals: ΣΑΒΑΙ |
Transliteration A: sabaî | Transliteration B: sabai | Transliteration C: savai | Beta Code: sabai= |
a Bacchanalian cry, like εὐαί, εὐοῖ, Eup.84.
σαβαῖ: κραυγὴ τῶν βακχευόντων, ὡς τὰ εὐαί, εὐοῖ, Εὔπολις ἐν «Βάπταις» 10.
Α
κραυγή τών βακχευομένων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σαβ-άζω (Ι) «συμμετέχω στην εορτή του Σαβαζίου ή Βάκχου», κατά το επιφώνημα εὐαῖ].