Χωρὶς γυναικὸς ἀνδρὶ κακὸν οὐ γίγνεται → Non ullum sine muliere fit malum viro → Kein Unglück widerfährt dem Mann, der ledig bleibt
-ή, -ό (Μ ἀκανθωτός, -ή, -ὸν) νεοελλ. και αγκαθωτός, -ή, -ό ἄκανθααυτός που έχει αγκάθια, αγκαθερός, ακανθώδης.