κείνους δὲ κλαίω ξυμφορᾷ κεχρημένους (Euripides' Medea 347) → I weep for those who have suffered disaster
Full diacritics: τετᾰμένως | Medium diacritics: τεταμένως | Low diacritics: τεταμένως | Capitals: ΤΕΤΑΜΕΝΩΣ |
Transliteration A: tetaménōs | Transliteration B: tetamenōs | Transliteration C: tetamenos | Beta Code: tetame/nws |
Adv., (τείνω) energetically, Sch.S.OC499, Eust. ad D.P.14.
τετᾰμένως: Ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ., μετ’ ἐντάσεως, τεταμένως καὶ συντόνως δρῶσαν καὶ διακονοῦσαν Σχόλ. εἰς Σοφ. Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 499, Εὐστ. εἰς Διον. Περιηγ. σ. 6.
Α
επίρρ. βλ. τεταμένος.