κιθαρίζω
ὅπλον μέγιστόν ἐστιν ἡ ἀρετή βροτοῖς → man's greatest weapon is virtue, virtue is the greatest weapon for mortals
English (LSJ)
Att. fut. -ιῶ Antiph. 141: (κίθαρις):—
A play the cithara, φόρμιγγι . . ἱμερόεν κιθάριζε Il.18.570, Hes.Sc.202; λύρῃ δ' ἐρατὸν κιθαρίζων h.Merc.423; ἕρπει ἄντα τῶ σιδάρω τὸ καλῶς κιθαρίσδεν Alcm.35, cf. X.Smp.3.1, Oec.2.13; ᾄδειν καὶ κ. Phld.Mus.7 K.; κιθαρίζειν οὐκ ἐπίσταμαι I am not a 'high-brow', Ar.V.989, cf. 959; ἀρχαῖον εἶν' ἔφασκε τὸ κ. Id.Nu.1357: prov., ὄνος κιθαρίζειν πειρώμενος, like ὄνος πρὸς λύραν (v. λύρα), Luc.Pseudol.7; τὸ κιθαριζόμενον music composed for the cithara, Plu.2.1144d.
German (Pape)
[Seite 1437] die Cither u. übh. ein Saiteninstrument spielen; φόρμιγγι λιγείῃ ἱμερόεν κιθάριζε Il. 18, 569, wie Hes. Sc. 201; λύρῃ H. h. Merc. 423, wie Xen. Conv. 3, 1; ποικίλον Pind. N. 4, 14; Plat. Prot. 326 a u. öfter; πρὸς τὴν ᾠδήν Alc. I, 129 c, wie Sp.; τί σοι Ἀπόλλων κεκιθάρικε Soph. fr. 18, vorgesungen u. geweissagt; – κιθαρίζομαι, sich auf der Cither vorspielen lassen, τὸ κιθαριζόμενον, das auf der Cither gespielte Stück, Plut. mus. 36. – Sprichwörtlich ὄνος κιθαρίζειν πειρώμενος Luc. Pseudol. 7.