στυπτηρία
ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow
English (LSJ)
Ion. -ιη (sc. γῆ), ἡ, name of any of a group of
A astringent substances containing (a) alum or (b) ferrous sulphate (χαλκῖτις (q.v.)), Hdt.2.180, freq. in Hp. (e.g. Ulc.14), Arist.HA547a20, Mir. 842b22, PCair.Zen.326bis 26 (iii B.C.), Ti.Locr.99d, Sor.1.50, Aret.CA 1.9, POxy.1429.4 (iii/iv A.D.), PHolm.1.4,7, al. II in Egypt, the alum monopoly, POxy.2116 (iii A.D.).
German (Pape)
[Seite 959] ἡ, ion. στυπτηρίη, sc. γῆ, ein zusammenziehendes Salz, Alaun od. Vitriol; Her. 2, 180, Tim. Locr. 99 d; Arist. mirab. ausc. 139; D. Sic. 5, 10, auch χαλκῖτις.
Greek (Liddell-Scott)
στυπτηρία: Ἰων. -ίη (ἐξυπακ. γῆ), ἡ, στυπτικόν τι χῶμα γινόμενον ἐκ χαλκίτιδος (ὃ ἴδε), καὶ περιέχον ὡς φαίνεται ἀλουμίνιον καὶ βιτριόλιον, κοινῶς «στύψη», Ἡρόδ. 2. 180, Τίμ. Λοκρ. 99D, καὶ συχν. παρ’ Ἱππ. (π. χ. 877), Ἀριστ., κλπ.· ἴδε Foës. Oecon., Beckm εἰς Ἀριστ. π. Θαυμασ. 139.