εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)
ὑπάκοος: -ον, = ὑπήκοος, Ἐπιγρ. Παντικαπαίου ἔκδ. Ἰούργεβιτς, ἐν Ὀδησσῷ 1880 (ῥωσιστί).