συναναμιμνήσκω
From LSJ
ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together
English (LSJ)
A remind together, τινων of things, Plu.2.397e; bring to mind together with, σ. αὐτοῖς καὶ τὰ λοιπά Gal.15.510:—Pass., recall together with, ὑμῖν Pl.Lg.897e.
German (Pape)
[Seite 1000] (s. μιμνήσκω), mit oder zugleich erinnern, Plut. Pyth. orac. 8, pass. sich zugleich erinnern, ἣν συναναμνησ θεὶς ὑμῖν ἐγὼ κοινῇ τὴν ἀπόκρισιν ποιήσομαι Plat. Legg. X, 897 e.
Greek (Liddell-Scott)
συναναμιμνήσκω: ἀναμιμνήσκω ὁμοῦ, τινος, περί τινος πράγματος, Πλούτ. 2. 397Ε. ― Παθ., ἐνθυμοῦμαι ὁμοῦ μετά τινος, τινι Πλάτ. Νόμ. 897Ε.