διαμονή
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
ἡ, (διαμένω)
A continuance, permanence, Arist.Spir.481a1, Epicur.Ep.2p.38U., Phld.D.3.8, IG12(5).659.5 (Syros), Ocell.1.9, Ph.1.2,al., Procl.Inst.129, BGU362iv 11 (iii A. D.),etc.; of seeds or corn, keeping, Thphr.HP7.5.5, J.BJ7.8.4.
German (Pape)
[Seite 590] das Ausharren, die Dauer; σπέρματος, Theophr.; αἰώνιος πυραμίδων, D. Sic. 1, 63; ὁμολογιῶν, 12, 13; Beständigkeit, Plut. Num. 14.
Greek (Liddell-Scott)
διαμονή: ἡ, (διαμένω) διάρκεια, Ἀριστ. π. Πνευμ. 1, 1, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 7. 5, 5, Συλλ. Ἐπιγρ. (Προσθῆκαι) 2347. 4.