σημειωτέος
From LSJ
Ὀργὴν ἑταίρου καὶ φίλου πειρῶ φέρειν → Toleres amici et comitis iracundiam → Ertrage nur des Freundes und Gefährten Zorn
English (LSJ)
α, ον,
A to be noted as an exception, A.D.Pron.54.14, etc. 2 σημειωτέον, one must note, Sor.2.8, Sch.Ar.Av.417, etc.
German (Pape)
[Seite 875] zu bezeichnen, zu bemerken.
Greek (Liddell-Scott)
σημειωτέος: -α, -ον, ῥηματ. ἐπίθετ., ὃν πρέπει νὰ σημειώσῃ τις ὡς ἐξαίρεσιν, Λογγίν. Ἀποσπ. 3. 5, κτλ. 2) σημειωτέον, πρέπει τις νὰ σημειώσῃ, Γραμμ.