εἰσοπίσω
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
English (LSJ)
[ῐ], Adv.
A in time to come, hereafter, h.Ven.104, S.Ph.1104 (lyr.), Rhian.66. II backwards, Opp.C.4.362, Q.S.1.243, al.
Greek (Liddell-Scott)
εἰσοπίσω: ῐ, ἐπίρρ., εἰς τὸ ἑξῆς, ἐν τῷ μέλλοντι, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀφρ. 104, Σοφ. 1105· καὶ διῃρημένως εἰς ὀπίσω, ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 140.