ἀφρόκομος
From LSJ
ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?
English (LSJ)
ον, lit.
A foam-haired, but always metaph., ῥαθάμιγξ Musae.262, Nonn.D.2.618; στόματα ib.46.161.
German (Pape)
[Seite 415] (κόμη), mit schäumendem Haar, ῥαθάμιγγες Mus. 262; Nonn. D. 2, 78. 9, 48 u. öfter.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφρόκομος: -ον, ὁ ἔχων κόμην ἀφρώδη, ῥαθάμιγξ Μουσαῖος 262, Νόνν. Δ. 2. 618.