διφρουργία
From LSJ
σοφώτατον χρόνος· ἀνευρίσκει γὰρ πάντα → time is the wisest of all things that are; for it brings everything to light
English (LSJ)
η, (ἔργον)
A making chairs, Thphr.HP3.10.1.
German (Pape)
[Seite 645] ἡ, das Wagenbauen, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
διφρουργία: ἡ, (*ἔργω) =διφροπηγία, Θεόφρ. Ι. Φ. 3. 10, 1.