ἀστερώδης
From LSJ
Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn
English (LSJ)
ες,
A = ἀστεροειδής, Ποταμός Sch.Arat.355.
German (Pape)
[Seite 375] ες, = ἀστεροειδής, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀστερώδης: -ες, = ἀστεροειδής, Σχόλ. εἰς Ἄρατ. 47.