ἀμεθεξία
From LSJ
Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?
English (LSJ)
ἡ,
A non-participation, τινός Corn.ND35, Procl. in Prm. p.559S.
German (Pape)
[Seite 120] ἡ, Theilnahmlosigkeit, Cornut.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμεθεξία: ἡ, τὸ μὴ μετέχειν, τινὸς Κορνοῦτ. περὶ Θ. Φύσ. 35, Διον. Ἀρεοπ.