Ἀχαία
From LSJ
Τύχη τέχνην ὤρθωσεν, οὐ τέχνη τύχην → Artem fortuna, non ars fortunam erigit → Das Glück erhöht die Kunst und nicht die Kunst das Glück
English (LSJ)
Ion. Ἀχαιΐη, ἡ, epith. of Demeter in Attica, Hdt.5.61; also in Boeotia, Plu.2.378e; Ἀχέα at Thespiae, IG7.1867. II ἀχαιά, ἡ, = ἔριθος, Philet. ap. Gramm. post Orionem p.185S. (Acc. to Hsch. from ἄχος grief for the loss of her daughter: also Ἀχηρώ Id.) Ἀχαΐα, v. Ἀχαιός.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀχαία: Ἰων. Ἀχαίη, ἡ, ἐπιθ. τῆς Δήμητρος ἐν Ἀττικῇ, Ἡρόδ. 5. 61· «Ἀχαία· ἐπίθετον Δήμητρος, ἀπὸ τοῦ περὶ τὴν Κόρην ἄχους, ὅπερ ἐποιεῖτο ἀναζητοῦσα αὐτὴν» Ἡσύχ.· ἄλλοι γράφουσιν Ἀχαιά, Ἐλμσλ. Ἀχ. 709.) ΙΙ. ἴδε ἐν λ. Ἀχαιός.