ἀβριθής
From LSJ
ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart
ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart
Full diacritics: ἀβρῑθής | Medium diacritics: ἀβριθής | Low diacritics: αβριθής | Capitals: ΑΒΡΙΘΗΣ |
Transliteration A: abrithḗs | Transliteration B: abrithēs | Transliteration C: avrithis | Beta Code: a)briqh/s |
ές,
A of no weight, βάρος μὲν οὐκ ἀβριθές E.Supp.1125.
[Seite 4] ές, nicht schwer, βάρος Eur. Suppl. 1125.
ἀβρῑθής: -ές, μὴ ἔχων βάρος: βάρος μὲν οὐκ ἀβριθές. Εὐρ. Ἱκ. 1125.
ής, ές :
qui ne pèse pas.
Étymologie: ἀ, βρίθω.