Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
gén. pl. du part. prés. de ἔχω;3ᵉ pl. impér. prés. de ἔχω.