ἀλωπεκίζω πρὸς ἑτέραν ἀλώπεκα → Greek meets Greek | with the fox, be a fox
[Seite 878] med. zu ἐξερέω, ausfragen, Od. 19, 99, vgl. ἐξέρομαι.
v. ἐξερέω.