ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος → where there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting
ĕrīsiscēptrum (ery-) ī, n., (ἐρεισίσκηπτρον, ἐρυσί-), astragale [plante] : Plin. 12, 110 ; 24, 112.