ὥστε ὁ βίος, ὢν καὶ νῦν χαλεπός, εἰς τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἀβίωτος γίγνοιτ' ἂν τὸ παράπαν → and so life, which is hard enough now, would then become absolutely unendurable
adj.
P. and V. ἐκπρεπής, διαπρεπής, V. ἔξοχος, ὑπέροχος.
sŭperlātīvē, adv., au superlatif : Char. 113, 2.