μελιγαθής
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
English (LSJ)
ές, Dor.for -γηθής,
A honey-sweet, ὕδωρ Pi. Fr.198.
German (Pape)
[Seite 122] ές, wie Honig erfreuend, honigsüß, ὕδωρ, Pind. frg. 211 bei Ath. II, 41 e.
Greek (Liddell-Scott)
μελῐγᾱθής: -ές, Δωρ. ἀντὶ -γηθής, ὡς μέλι γλυκύς, ὕδωρ Πινδ. Ἀποσπ. 211.
English (Slater)
μελιγᾱθής
1 delighting like honey μελιγαθὲς ἀμβρόσιον ὕδωρ fr. 198b.
English (Slater)
μελιγᾱθής
1 delighting like honey μελιγαθὲς ἀμβρόσιον ὕδωρ fr. 198b.