ἀκειρεκόμας

From LSJ
Revision as of 14:02, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30

English (Slater)

ἀκειρεκόμας
   1 with unshorn hair ἀκειρεκόμᾳ Φοίβῳ (v. l. ἀκερσεκόμᾳ.) (P. 3.14) τὸν ἀκειρεκόμαν Φοῖβον (codd.: ἀκερσεκόμαν Schr.) (I. 1.7) ]

English (Slater)

ἀκειρεκόμας
   1 with unshorn hair ἀκειρεκόμᾳ Φοίβῳ (v. l. ἀκερσεκόμᾳ.) (P. 3.14) τὸν ἀκειρεκόμαν Φοῖβον (codd.: ἀκερσεκόμαν Schr.) (I. 1.7) ]