ἀπικνέομαι
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
German (Pape)
[Seite 291] Her., = ἀφικνέομαι.
French (Bailly abrégé)
prés. ion. de ἀφικνέομαι.
Spanish (DGE)
v. ἀφικνέομαι.
[Seite 291] Her., = ἀφικνέομαι.
prés. ion. de ἀφικνέομαι.
v. ἀφικνέομαι.