residencia
From LSJ
Ῥᾷον βίον ζῇς, ἢν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Vivas facilius, coniugem si non alas → Dann lebst du leichter, wenn du keine Frau ernährst
Spanish > Greek
ἐνδημία, ἐνδιαίτησις, διαιτητήριον, ἐνοίκησις, αὐλή, διαμονή, διατριβή, διαίτημα, βιότευσις, ἐμπολίτευσις, δίαιτα, ἀναστροφή