ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
εἰσφορά, διασταλμός, ἀποτίμησις, ἀριθμητικός, ἐμφορά