συμφωνέω

From LSJ
Revision as of 00:46, 9 February 2013 by Spiros (talk | contribs) (11)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

νύκτα οὖν ἡμέραν ποιούμενος → without delay, as soon as possible, as fast as possible, making the night day, making night into day, turning night into day

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμφωνέω Medium diacritics: συμφωνέω Low diacritics: συμφωνέω Capitals: ΣΥΜΦΩΝΕΩ
Transliteration A: symphōnéō Transliteration B: symphōneō Transliteration C: symfoneo Beta Code: sumfwne/w

English (LSJ)

   A sound together, be in harmony or unison (cf. συμφωνία), ἐκ πασῶν μία ἁρμονία συμφωνεῖ Pl.R.617b, cf. Thphr.Sens.85, Arist.Pr.919b2, Ion Eleg.3; of reed-tongues, to be of the same quality, Thphr.HP4.11.7; κιθαρισταὶ σ. Callix.2; cf. συμφωνία 111:—Pass., τὰ συμφωνούμενα consonants (lit. things which are sounded with vowels), D.H.Dem.43.    II metaph., harmonize with, ποῖα ποίοις σ. τῶν γενῶν Pl.Sph.253b, cf. Phd.101d, Arist.EN1107a32; σ. τοῖς εἰρημένοις Pl.R.398c; τὰ ἔργα οὐ σ. τοῖς λόγοις Id.La.193e; συμφωνοῦντα τοῖς ἔργοις in harmony with practical experience, Gal.19.217; ἐπιθυμίαι οὐ σ. ἀλλήλαις Isoc.5.87; οὐ συμφωνοῦσι . . φροντίδες μακαριότητι Epicur.Ep.1p.28U.; also ταῦτα πρὸς ἄλληλα σ. συμφωνίαν τὴν ἀρίστην Arist.Pol.1334b10; hold or express the same opinions, ταῦτα συμφωνοῦσι πάντες Thphr.CP6.9.2; ἔντισι Pl.Phdr.263b; περί τινος or τινων, Democr.107, D.H.2.47:—Med., Thphr.CP1.1.1:—Pass., to be agreed to, παρὰ πᾶσι D.S.1.20; εἰ συνεφωνεῖτο πάντα τοῖς γράψασι περὶ τροφῆς Gal.6.454, cf. 15.107: c. inf., ἡ ἔφοδος σ. γενέσθαι D.H.1.74: impers., τὴν ἁρπαγὴν γεγονέναι συμπεφώνηται D.S.5.69, cf. Gal.6.391; σ. ὅτι . . D.S.1.26.    2 make an agreement or bargain with any one, ἰδίᾳ σ. πρὸς αὐτούς PCair.Zen.302.13 (iii B.C.); συμφωνήσας Ἡρακλείδης μετὰ Θοτέως ib.330.2 (iii B.C.); περί τινος Plb.2.15.5; σ. τινὶ δηναρίου for a denarius, Ev.Matt.20.13:—Pass., συνεφωνήθη ὑμῖν πειράσαι Act.Ap.5.9; ὥστε . . D.S.14.26; τὸ συμφωνηθέν the agreement, Id.30.19; τὰ συμφωνηθέντα IG42(1).77.20 (Epid., ii B.C.); τὰ εἴκοσι τάλαντα τὰ συμφωνηθέντα ib.22.844.9 (iii B.C.); ἀπέχω τὴν συμπεφωνημένην αὐτοῦ τιμήν BGU1643.20 (ii A.D.).    3 unite for a bad purpose, conspire, τοῖς πένησι ἐπὶ τοὺς μέσους Arist.Pol.1297a1.    III agree in saying, ὡς πάντα καλῶς κεῖται Pl.Lg.634e; ὅτι οὐκ ἀσφαλές ἐστι Arist.Mir.838b34.    IV to be satisfactory, συμφωνεῖ μοι πάντα, ὡς πρόκειται PAmh.2.149.22 (vi A.D.), cf. PLips. 26.13 (iv A.D.), etc.    2 of remedies, to be suitable, Archig. ap. Aët.9.35, Gal.11.806.