νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
αἰτιώνυμος, -ον (Μ)
αυτός που πήρε το όνομά του από κάποιο σφάλμα του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰτία + -ώνυμος < ὄνομα.