Βάκις

From LSJ

μὴ περιρέμβου ζητοῦσα θεόν → do not roam about looking for god

Source

French (Bailly abrégé)

ιδος (ὁ) :
Bakis, ancien devin béotien ; au pl. Βάκιδες des Bakis, càd des devins, des diseurs de bonne aventure.

Russian (Dvoretsky)

Βάκις: ιδος (ᾰ) ὁ Бакид (древне-беотийский прорицатель) Her., Arph., Plat., Arst.

Greek (Liddell-Scott)

Βάκις: ὁ, παλαιὸς τις Βοιωτὸς προφήτης, Ἡρόδ. 8. 20, 77 κ. ἀλλ.· δύο ἕτεροι ὡσαύτως ἀναφέρονται, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Εἰρ. 1071· καὶ Βάκιδες κατήντησε προσηγορικόν, δηλοῦν τοὺς γόητας καὶ μάγους, Ἀριστ. Προβλ. 30. 3.

Spanish (DGE)

-ιδος, ὁ
• Prosodia: [-ᾰ-]
• Morfología: [voc. Βάκι Ar.Eq.123, ac. Βάκιν Ar.Pax 1071]
Bacis nombre tradicional adoptado por algunos adivinos: en Beocia, Hdt.8.20, 77, 96, 9.43, Ar.ll.cc.
en Arcadia, Theopomp.Hist.77
gener., Pl.Thg.124d, οἱ Βάκιδες los adivinos Arist.Pr.954a36, Plu.2.399a
como apodo de Pisístrato, Sch.Ar.Pax 1071.

Greek Monotonic

Βάκις: ὁ, [ᾰ] παλαιός Βοιωτός προφήτης, σε Ηρόδ.