Δάματερ
From LSJ
νὴ Δί᾿, ὦ φίλη γύναι, λεγε → yes, dear lady, speak | yes, dear lady, do speak up
Greek (Liddell-Scott)
Δάμᾱτερ: Δωρ. κλητ. τοῦ Δημήτηρ, ἀναφώνησις ἐκπλήξεως.
Greek Monotonic
Δάμᾱτερ: Δωρ. κλητ. του Δημήτηρ.
νὴ Δί᾿, ὦ φίλη γύναι, λεγε → yes, dear lady, speak | yes, dear lady, do speak up
Δάμᾱτερ: Δωρ. κλητ. τοῦ Δημήτηρ, ἀναφώνησις ἐκπλήξεως.
Δάμᾱτερ: Δωρ. κλητ. του Δημήτηρ.