μαλακίζομαι πρὸς τὸν θάνατον → meet death like a weakling
ίδος (ἡ) :la (7ᵉ) tribu attique Cécropide.Étymologie: Κέκροψ.
Κεκροπίς: ίδος adj. f кекропова (φυλή Arph.).