Πεδιώ

From LSJ

τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πεδιώ Medium diacritics: Πεδιώ Low diacritics: Πεδιώ Capitals: ΠΕΔΙΩ
Transliteration A: Pediṓ Transliteration B: Pediō Transliteration C: Pedio Beta Code: *pediw/

English (LSJ)

οῦς, ἡ, goddess of the Plain, epithet of Hera, IG14.595,596 (Sicily).

Greek Monolingual

-οῦς, ἡ, Α
προσωνυμία της θεάς Ήρας ως προστάτιδας της πεδιάδας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < πεδίον + κατάλ. -ώ (πρβλ. Μεγιστώ)].