Πυθίη

From LSJ

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

Πυθίη Ion. voor Πυθία.

Russian (Dvoretsky)

Πῡθίη: ἡ ион. = Πῡθία.