Σεράπειον

From LSJ

Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται → Afferre damna lubricum linguae solet → Der eitlen Zunge folgt die Strafe auf den Fuß

Menander, Monostichoi, 111

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
sanctuaire de Sérapis.
Étymologie: Σέραπις.

Greek Monolingual

και Σεραπεῖον, τὸ, Α
βλ. Σαραπεῖον.