καὶ ποταμοὺς τινας διαβάντες ἐν μεγίστῃ παρεγινόμεθα κώμῃ → and having crossed some rivers we reached a very large village
-η, -ο βραστός
1. αυτός που δεν έχει βραστεί, ωμός
2. αυτός που δεν έχει βράσει αρκετά, μισοβρασμένος
3. (για τον μούστο) αυτός που δεν έχει υποστεί ζύμωση.