οἶνος τῷ φρονεῖν ἐπισκοτεῖ → wine clouds one's mind, wine clouds one's judgement
(I)-η, -ο κλάδος1. αυτός που δεν έχει κλαδιά2. αυτός που δεν έχει απογόνους, άκληρος.(II)-η, -οαυτός που δεν κλαδεύτηκε, ο ακλάδευτος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < α- στερητ. + κλαδεύω.ΠΑΡ. ακλαδιά, ακλαδούρα].