Oἷς ὁ βιος ἀεὶ φόβων καὶ ὑποψίας ἐστὶ πλήρης, τούτοις οὔτε πλοῦτος οὔτε δόξα τέρψιν παρέχει. → To those for whom life is always full of fears and suspicion, neither wealth nor fame offers pleasure.
κ. απροίκιστος (AM ἄπροικος, -ον)
ο χωρίς προίκα
νεοελλ.
αυτός που δεν έχει ακόμη ετοιμάσει την προίκα
αρχ.
ο χωρίς μερίδιο.