αγκωνάγρα

From LSJ

Ἀκμὴ τὸ σύνολον οὐδὲν ἄνθους διαφέρει → Nil flore differt vegetus aetatis vigor → Des Lebens Blüte ist ganz wie der Blume Pracht

Menander, Monostichoi, 642

Greek Monolingual

η
ο πόνος στον αγκώνα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αγκώνας + κατάλ. -άγρα].