πᾶσα οἰκία ὁπλιτῶν νένακτο → every house had been crammed with soldiers
-η, -ο διαφωτίζω1. αυτός που δεν διαφωτίστηκε για κάτι, απληροφόρητος, μη ενήμερος2. ό,τι δεν διαφωτίστηκε, δεν διευκρινίστηκε, δεν αποσαφηνίστηκε.