αιμοδιάγραμμα
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
το Ιατρ.
το αποτέλεσμα της κυτταρολογικής εξέτασης (ποσοτικής και ποιοτικής σύνθεσης τών εμμόρφων στοιχείων) του περιφερειακού (συνήθως) αίματος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ο τ. αιμοδιάγραμμα (αντί -γραφία) < γράφω, αποτελεί ελεύθερη απόδοση ξένου όρου (πρβλ. αγγλ. hemogram].