Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ακαιρολογώ

From LSJ

Οὐδεὶς ἀνίας χρήματα δοὺς ἐπαύσατο → Nullum e maerore exemit data pecunia → Mit Geld hat keiner noch beendet eine Qual

Menander, Monostichoi, 439

Greek Monolingual

(Μ ἀκαιρολογῶ, -έω) ἀκαιρολόγος
μιλώ σε ακατάλληλες περιστάσεις φλυαρώ, μωρολογώ.