ακατεδάφιστος

From LSJ

σοφώτατον χρόνος· ἀνευρίσκει γὰρ πάντα → time is the wisest of all things that are; for it brings everything to light

Source

Greek Monolingual

-η, -ο κατεδαφίζω
όποιος δεν έχει κατεδαφιστεί, δεν έχει γκρεμιστεί ή όποιος δεν μπορεί να κατεδαφιστεί.