οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχει → Zeus has not yet turned his neck aside
-ον (Α ἁλίβρεκτος)ο βρεχόμενος από θάλασσα, θαλασσόβρεχτος, αλίβροχος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἁλι- (< ἅλς) + βρεκτὸς < βρέχω].