οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me
ἀλιτρόβιος, -ον (Α)αυτός που ζει βίο αμαρτωλό, ανόσιος, ανήθικος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀλιτρός + βίος.