ανδροληψία

From LSJ

ἀγὼν πρόφασιν οὐκ ἐπιδέχεται οὐδὲ φιλία → no excuse is allowed by a contest or by a friendship

Source

Greek Monolingual

ἀνδροληψία, η (και -λήψιον) (Α)
σύλληψη ανδρών στη θέση φονιά που δεν πιάστηκε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + λήψις λαμβάνω.