ανθρωπιστής

From LSJ

Τιμώμενοι γὰρ πάντες ἥδονται βροτοί → Omnes enim homines honorari expetunt → Denn alle Menschen sehen sich recht gern geehrt

Menander, Monostichoi, 513

Greek Monolingual

ο (θηλ. -ίστρια)
1. ουμανιστής, αυτός που ακολουθεί τις αρχές του ανθρωπισμού, που επιδιώκει και μοχθεί για την πρόοδο και το καλό του ανθρώπινου γένους
2. αυτός που μελετά την κλασική αρχαιότητα και διαδίδει τις αξίες της με σκοπό την κοινωνική μόρφωση και τον εξευγενισμό του σύγχρονου κόσμου
3. οπαδός του φιλοσοφικού συστήματος του ανθρωπισμού
4. ο φιλάνθρωπος, ο αλτρουιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άνθρωπος. Η λ. μαρτυρείται από το 1893 από τον Ν. De Plume στην εφημερίδα Άστυ ως απόδοση του γαλλ. humaniste].