ανθρωποδικία

From LSJ

Κατὰ τὴν ἰδίαν φρόνησιν οὐδεὶς εὐτυχεῖ → Suo arbitratu nullus est felix satis → Kein Mensch nach seinem eignen Denken glücklich ist

Menander, Monostichoi, 306

Greek Monolingual

η
1. θεωρία για την ηθική φύση του ανθρώπου
2. το μέρος της θεολογίας που πραγματεύεται την ανθρώπινη φύση (πρβλ. θεοδικία).